παραγράφομαι

παραγράφομαι
παραγράφομαι, παραγράφ(τ)ηκα, παραγραμμένος βλ. πίν. 122

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • παραγράφομαι — παραγράφω write by the side pres ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραγράφω — ΝΜΑ νεοελλ. 1. ακυρώνω το δικαίωμα αγωγής ή μήνυσης ή διαγράφω αδίκημα λόγω εκπνοής τής καθορισμένης από τον νόμο προθεσμίας 2. γράφω πολύ, επί μεγάλο χρονικό διάστημα, πέρα από τις δυνάμεις μου 3. (η μτχ. μέσ. παρακμ.) παραγεγραμμένος, η, ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”